Το Σεπτέμβριο του 2021, ο Κωνσταντίνος Κουσιάππης περπάτησε από τη Γαλλία στην Ισπανία. Ακολούθησε τη διαδρομή 900 χλμ. που περπάτησε χιλιάδες κόσμος πριν από αυτόν. Από τον 10ο αιώνα μέχρι σήμερα πιστοί συνέρρεαν στον Καθεδρικό Ναό του Σαντιάγο Ντε Κομποστέλα στη Γαλικία της βορειοδυτικής Ισπανίας, όπου βρίσκονται θαμμένα τα ιερά λείψανα του Αποστόλου Ιακώβου. Ο δρόμος του Αγίου Ιακώβου ή Καμίνο Ντε Σαντιάγο ντε Κομποστέλα είναι ένας από τους σημαντικότερους προσκυνηματικούς δρόμους της Ευρώπης και ολόκληρου του κόσμου, αλλά και ένα από τα σημαντικότερα προσκυνήματα για τους καθολικούς μαζί με αυτόν του Αγίου Πέτρου της Ρώμης και των Αγίων Τόπων στα Ιεροσόλυμα.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Κωνσταντίνος διανύει χιλιόμετρα. Νομάς στην ψυχή, η ανάγκη του να βρίσκεται εν κινήσει τον ώθησε στο πρώτο του μεγάλο ταξίδι. Από το 2016 μέχρι το 2019 διέσχισε με τη μοτοσυκλέτα του 48 χώρες της ευρωπαϊκής ηπείρου. Από την Τουρκία μέχρι την Ισλανδία και όλες τις χώρες ανάμεσά τους σε όλες τις κατευθύνσεις. Όταν επέστρεψε, αποφάσισε ότι «η Κύπρος δεν κάνει για μένα ή εγώ δεν της κάνω» και έτσι μεταξύ της δουλειάς που άφησε και της μετακόμισης του στην Αγγλία, είχε αυτό το χρονικό περιθώριο να περπατήσει το Σαντιάγο.
Το Καμίνο αποτελείται από πολλές εναλλακτικές διαδρομές εντός και εκτός Ισπανίας. Η πιο δημοφιλής διαδρομή είναι το «Καμίνο Φρανθές», η γαλλική διαδρομή. Ξεκίνησε από το χωριό Σεντ Ζαν Πιέντ Ντε Ποντ στη Γαλλία και έφτασε μέχρι τη Φιστέρα στις ακτές του Ατλαντικού στην Ισπανία. «Παλιά ο δρόμος τελείωνε στο Σαντιάγο, ήταν καθαρά ένα θρησκευτικό μονοπάτι. Επειδή όμως δεν το έκανα για θρησκευτικούς λόγους, συνέχισα και έφτασα μέχρι το ακρωτήρι του Φινιστέρε, γνωστό ως «Το τέλος του κόσμου» στην Ρωμαϊκή Εποχή, αφού πιστεύαν ότι είναι το δυτικότερο σημείο της Ιβηρικής Χερσονήσου. Μου πήρε σχεδόν 45 μέρες με όλα τα προβλήματα που προκύπτουν σε ένα τέτοιο ταξίδι. Που είναι αρκετά, ειδικά αν δεν είσαι αθλητικός τύπος, όπως εμένα. Ο περισσότερος κόσμος που το περπατά δεν είναι έμπειρος στην πεζοπορία.»
Γνωστό από τη λογοτεχνία («The way to Santiago» του Πάολο Κοέλιο, «The Camino» της Σίρλεϊ Μακλέιν ) και τον κινηματογράφο, όπως η ταινία «The Way»(2010) με τον Μάρτιν Σιν, το μονοπάτι προσελκύει όλο και περισσότερους περιπατητές τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια.
«Την πρώτη μέρα ξεκίνησαν μαζί μου περίπου 300 άτομα. Όταν έφτασα στο Σαντιάγο, όπου εκεί καταλήγουν όλες οι διαδρομές, έφτασαν μαζί μου 1.500 προσκυνητές σε μια μέρα. Δηλαδή φτάνουν στο Σαντιάγο περίπου 1.000 άνθρωποι την ημέρα. Το περπατά χιλιάδες κόσμος. Δεν είναι κάτι καινούργιο. Δεν θεωρώ ότι έκανα κάτι «ουάου»», εξηγεί ο Κωνσταντίνος.
Μικρογραφία της ζωής
«Πολλοί αποφασίζουν να το κάνουν όταν βρεθούν σε ένα αδιέξοδο. Γνώρισα ανθρώπους που έχασαν αγαπημένο πρόσωπο, τον άντρα τους, τη γυναίκα τους, το παιδί τους. Γνώρισα άνθρωπο που διαγνώστηκε με καρκίνο. Εγώ που άφησα πίσω μια ζωή και ξεκινούσα άλλη. Αλλά και ανθρώπους που απλά είχαν τον χρόνο. Το περπάτημα έξι με οκτώ ωρών σου αφήνει μεγάλο περιθώριο να σκεφτείς να αναλογιστείς τι θέλεις να κάνεις μετά. Μπορεί να ξεκινάς μαζί με άλλα 300 άτομα, αλλά στο τέλος της ημέρας είσαι μόνος σου, εσύ και οι σκέψεις σου».
Σε αυτή τη μοναδική εμπειρία εσωτερικής αναζήτησης μοιράζεσαι την ίδια στιγμή με άλλους συνοδοιπόρους, με τους οποίους τα πάντα σε συνδέουν κατά τη διαδρομή, η κούραση, οι φουσκάλες στα πόδια, η ζέστη, η βροχή.
« Ανθρώπους που συνάντησες την πρώτη ή δεύτερη μέρα μπορεί να τους συναντήσεις σε άλλα σημεία της διαδρομής. Περπατούσα με μια κοπέλα την πρώτη μέρα, μετά χαθήκαμε και έτυχε να βρεθούμε και να περπατήσουμε ξανά μαζί την τελευταία μέρα. Κρατούσαμε επαφή κατά τη διάρκεια του ταξιδιού και ήξερα αν είναι μια μέρα πίσω μου ή δύο. Κόσμο που γνωρίζεις τον χάνεις και τον ξανασυναντάς κάποτε. Κάποιους μπορεί να μην τους ξαναδείς ποτέ. Κάποιους είναι εύκολο να αποχωριστείς, άλλους είναι δύσκολο, με κάποιους θα γελάσεις πολύ, με άλλους θα μοιραστείς τα εσώψυχά σου. Είναι όλο πολύ έντονο! Είναι μια μικρογραφία της ζωής.»
« Οι νεαρότερες που είχα γνωρίσει ήταν δύο κορίτσια από τη Γερμανία 17 και 18 χρονών. Ο γηραιότερος ήταν ένας ένας κύριος 81 χρονών ο οποίος περπατούσε με τις εγγονές του. Τέσσερις εγγονές που τον συνόδευαν και περπατούσαν πολύ αργά, ακολουθούσαν τον δικό του ρυθμό. Η πρώτη μου επαφή με το Σαντιάγο ήταν στο ταξίδι με τη μοτοσυκλέτα. Εκεί είχα γνωρίσει έναν κύριο 77 χρονών που είχε μόλις ολοκληρώσει τη διαδρομή. Τον ρώτησα πόσες φορές το περπάτησε. Από την κουβέντα μας κατάλαβα ότι το έκανε πάνω από μια φορά και όντως το έχει περπατήσει τέσσερις φορές. Από τα 70 του μέχρι τα 77. Και τότε διερωτήθηκα γιατί κάποιος να θέλει να κάνει αυτό το πράγμα τέσσερις φορές. Ένας άλλος 33χρονος Γερμανός το είχε περπατήσει οκτώ φορές, άλλος το περπατούσε για έξι χρόνια αποσπασματικά. Ξεκίνησε από το σπίτι του και κάθε χρόνο όταν μπορούσε να φύγει από τη δουλειά, περπατούσε ένα κομμάτι του, συνέχιζε τη διαδρομή από το σημείο που την είχε αφήσει.»
Ο δρόμος
Την πρώτη μέρα οι προσκυνητές ξεκινούν νωρίς το πρωί με τα σακίδια στην πλάτη και το «διαβατήριο» της διαδρομής στο χέρι, ένα όστρακο, χτένι συγκεκριμένα, που οι αυλακώσεις του συμβολίζουν όλους τους δρόμους που καταλήγουν στο Σαντιάγο.
Η επαφή με τη φύση και τους ανθρώπους της Ιβηρικής Χερσονήσου ξεκινά στους πρόποδες των Πυρηναίων. «Ανεβαίνεις το βουνό, μετά το κατεβαίνεις, διασχίζεις την Παμπλόνα και μπαίνεις σε ένα οροπέδιο όπου για περίπου 20 μέρες περπατάς στο πουθενά, χωριό υπάρχει κάθε δέκα με δεκαπέντε χλμ., χωρίς δέντρα, χωρίς σκιά. Ξαφνικά, όταν τελειώσει η Μεσέτα, μπαίνεις στη Γαλικία, μια περιοχή λες και βγήκε από τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών. Ψηλό δάσος, πλούσια βλάστηση, ομίχλη κάθε πρωί, είναι πανέμορφο να το περπατάς. Σε κάποια σημεία η διαδρομή διασχίζει βιομηχανικές περιοχές, δρόμους, πόλεις. Συγκεκριμένα, το μονοπάτι περνά από τα κέντρα των πόλεων, έξω από τους καθεδρικούς ναούς των Παμπλόνα, Λεόν, Μπούργκος.»
Τη νύχτα οι «προσκυνητές» καταλήγουν σε ένα από τα καταλύματα που βρίσκονται κατά μήκος της διαδρομής, γνωστά ως Αλμπέργκε. Tο πρωί η πεζοπορία συνεχίζεται….
«Ουσιαστική σημασία όμως έχουν οι άνθρωποι που γνωρίζεις. Κάθε χώρα είναι ο κόσμος της, όχι μόνο τα βουνά και οι ποταμοί. Γνώρισα καταπληκτικούς ανθρώπους από όλο τον κόσμο και είμαι σίγουρος ότι θα ξαναπάω παρ’ όλο τον σωματικό πόνο. Κάθε ταξίδι σε αλλάζει, γιατί πάντα υπάρχει κάτι να μάθεις .Πιστεύω ότι ο άνθρωπος πάντα εξελίσσεται και αλλάζει, φτάνει να θέλει.»
Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο Πολίτης-Παράθυρο:Λοξιές ματίες στον πολιτισμό (https://parathyro.politis.com.cy/2021/12/i-zoi-se-enan-megalo-peripato/)